Evers J.L.H. ,2016. A nod is as good as a wink to blind horse: round 2. Human Reproduction, Vol.31, No.6, pp.1133-1134.
Στο άρθρο αυτό, ο Evans, συντάκτης του περιοδικού, σχολιάζει τον τεχνητό ενδομήτριο μικροτραυματισμό και το αποτέλεσμά του.
Σε μια προηγούμενη αναφορά του το 2014, ο συντάκτης είχε χειροκροτήσει τη μελέτη της ομάδας της Tracy Yeung, που συμπέρανε ότι σε τυχαιοποιημένη δειγματοληψία υπογόνιμων γυναικών που έχουν εισαχθεί σε πρόγραμμα εξωσωματικής γονιμοποίησης, ο τραυματισμός του ενδομητρίου δεν αυξάνει τα ποσοστά των κυήσεων.
Το 2015 η ομάδα της Nastri επισήμανε ότι τα αποτελέσματα της Yeung πρέπει να γίνουν πιο συγκεκριμένα και να εφαρμοστούν σε γυναίκες με επαναλαμβανόμενες αποτυχίες στην εμφύτευση. Η ομάδα αυτή βασίστηκε σε μετα-αναλύσεις αποτελεσμάτων και συμπέραναν ότι τελικά ο τεχνητός τραυματισμός του ενδομητρίου συνδιάζεται με αυξημένα ποσοστά κυήσεων σε γυναίκες με δύο ή περισσότερες αποτυχημένες εμβρυομεταφορές (αξίζει να σημειωθεί ότι το ποσοστό αυτό φτάνει πάνω από το 40% των περιπτώσεων εξωσωματικής γονιμοποίησης).
Οι συγγραφείς συνεχίζουν ότι τα νέα δεδομένα δείχνουν μερικά πλεονεκτήματα στην τεχνική αυτή, αλλά χρειαζόμαστε πιο οργανωμένες μελέτες (διπλές τυφλές μελέτες) με ακριβή στοιχεία και αριθμό των γεννηθέντων παιδιών.
Ωστόσο, οι γιατροί συνεχίζουν να προσπαθούν και διευρύνουν τη βιολογική διαδικασία, πχ ο μηχανισμός με τον οποίο ο ενδομήτριος τραυματισμός έχει θετική επίδραση στο αποτέλεσμα της μετέπειτα προσπάθειας και τους κλινικούς παράγοντες που την επηρεάζουν, ενώ άλλοι συνεχίζουν να ελέγχουν τη θεραπεία με διπλές τυφλές μελέτες.
Στο τρέχον τεύχος του περιοδικού, δημοσιεύουμε μία έρευνα από την εκτέλεση απόξεσης στην κλινική πρακτική. Η έρευνα αποκαλύπτει ότι η πλειοψηφία των ιατρών που πρόσφεραν αυτήν τη διαδικασία στην κλινική τους, συνιστά ενδομήτρια απόξεση σε γυναίκες που υποβάλλονται σε εξωσωματική γονιμοποίηση σ’ ένα επιβλητικό 83%, και ένα 92% από αυτούς το συνιστά σε γυναίκες με επανειλημμένες αποβολές.
Υπήρχε ένας μικρός αριθμός ιατρών που διαφωνούσαν σθεναρά με τη χρήση αυτής της διαδικασίας. Αν και η ίδια μετα-ανάλυση δείχνει ότι μερικές μελέτες επίσης προτείνουν μια θετική επίδραση σε γυναίκες που υποβάλλονται σε σπερματέγχυση και ακόμη σε αυτές που προσπαθούν να συλλάβουν φυσιολογικά, σχεδόν κανένας από τους ερωτηθέντες κλινικούς ιατρούς δεν πρόσφερε μικροαπόξεση σε γυναίκες αυτών των δύο ομάδων.
Έχουν γίνει παρατηρήσεις έχουν αναπτυχθεί ελεγχόμενες προβλέψεις, έχουν συλλεχθεί «μέτριας» ποιότητας δεδομένα για να ελέγξουμε αυτές τις προβλέψεις και ακόμη να αναπτύξουμε ένα είδος θεωρίας που περιελάμβανε ιντερλευκίνες μονοκυτταρικές χημειοτακτικές πρωτεΐνες, ιντερφερόνη, αγγειακό ενδοθηλιακό αυξητικό παράγοντα και έχουν προσαρμοστεί στην υπόθεση έτσι ώστε να διευκολύνουμε νέες παρατηρήσεις, αυτή τη φορά με περιορισμό σε γυναίκες με επανειλημμένες αποβολές. Ωστόσο, η ερώτηση σήμερα είναι: υπάρχει κάποιος που στην πραγματικότητα έχει τετραγωνίσει τον κύκλο;
Η ανθρώπινη κλινική έρευνα διαφέρει από τα πειράματα σε ζώα. Το τελευταίο ξεκινά με μια θεωρία σχετική με τη μελέτη που σχεδιάστηκε, διατυπώνει μια υπόθεση, κάνει την έρευνα και καταλήγει σ’ ένα συμπέρασμα. Στην “αναπαραγωγική ιατρική”, μια θεραπεία εφαρμόζεται, όχι σπάνια, από μόνη της πριν ακόμα αναγνωρίσουμε την αντίστοιχη ασθένεια και πολύ πριν από μια κατάλληλη θεωρία του μηχανισμού δράσης έχει αναπτυχθεί.
Ωστόσο, για την μικροαπόξεση ίσως μπορούμε να την εντάξουμε ξανά στην καθημερινή πράξη. Αν τα τελευταία δεδομένα πράγματι δείξουν ευνοϊκή διαμόρφωση της τοπικής ανοσολογικής απάντησης της μήτρας την ώρα της εμφύτευσης, οι κλινικές δοκιμές θα επιβεβαιώσουν μια θετική επίδραση του ενδομήτριου τραυματισμού στον πληθυσμό με επανειλημμένες αποβολές.
Αυτή η παρέμβαση ίσως αποδειχθεί να γίνει μια καλή κλινική πρακτική σ’αυτήν την ειδική υπο-ομάδα. Πριν όμως εκθέσουμε περισσότερο από το 40% των γυναικών μας σε μία ενδεχομένως αμφίβολη διαδικασία, το πρώτο πράγμα που χρειαζόμαστε είναι ισχυρές αποδείξεις.