Amy Rothberg et. al.2016. Feasibility of a brief, intensive weight loss intervention to improve reproductive outcomes in obese, subfertile women a pilot study. Fertility and Sterility, Vol. 106, No.5, p.1212-1220.
Η μελέτη αποδεικνύει ότι απώλεια βάρους σε γυναίκες με σοβαρή παχυσαρκία βελτιώνει το μεταβολισμό και βοηθάει σημαντικά την ωοθυλακιορρηξία.
Οι περισσότερες παχύσαρκες γυναίκες παρουσιάζουν μειωμένη γονιμότητα σε σχέση με γυναίκες που έχουν φυσιολογικό βάρος, ωστόσο υπάρχουν παχύσαρκες γυναίκες χωρίς προβλήματα υπογονιμότητας. Οι παχύσαρκες γυναίκες εμφανίζουν μειωμένη γονιμότητα τόσο στην φυσιολογική όσο και στην υποβοηθούμενη αναπαραγωγή.
Μελέτες έχουν δείξει σοβαρή υπογονιμότητα χωρίς ωοθυλακιορρηξία λόγω υπερανδρογονισμού και συνδρόμου πολυκυστικών ωοθηκών. Παράλληλα μελέτες δείχνουν πως τα παχύσαρκα άτομα έχουν λιγότερες σεξουαλικές επαφές σε σχέση με άτομα που διατηρούν είναι φυσιολογικό βάρος σώματος. Έτσι οι παχύσαρκες γυναίκες βιώνουν μια σεξουαλική δυσλειτουργία και καθυστερούν την περίοδο της εγκυμοσύνης τους. Ωστόσο η μείωση του σωματικού βάρους θα αυξήσει την αυτοεκτίμηση τους, θα κάνει πιο οικείο τον σεξουαλικό τομέα και θα βελτιώσει την σεξουαλική τους υγεία.
Τρεις μεγάλες μελέτες έδειξαν χαμηλά ποσοστά κύησης σε παχύσαρκες γυναίκες μετρίου ως σοβαρού βαθμού, αντίσταση στην ινσουλίνη και αντισταθμιστική υπερινσουλιναιμία. Η απώλεια βάρους κατά 5% ή και περισσότερο ομαλοποιεί το αναπαραγωγικό σύστημα καθώς ευνοεί την αποκατάσταση της έμμηνου ρύσεως σε γυναίκες με ή χωρίς σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών.
Μελέτες τόσο σε ζωικά όσο και σε ανθρώπινα μοντέλα έδειξαν ότι το αυξημένο βάρος κατά την εγκυμοσύνη σχετίζεται με ανεπιθύμητους κινδύνους, ενώ η απώλεια βάρους μπορεί να μειώσει τους κινδύνους, όπως για παράδειγμα σε παχύσαρκες γυναίκες με διαβήτη τύπου 2.
Οι Zhang et. al, έδειξαν ότι ο περιορισμός της πρόσληψης ενέργειας πριν τη σύλληψη μπορεί να είναι ωφέλιμος και να μειώσει τις επιπλοκές. Στη μελέτη τους οι ερευνητές επέβαλαν περίπου 40% περιορισμό ενέργειας ώστε να μειώσουμε το βάρος περίπου 15% για μία περίοδο που το σωματικό βάρος θα παραμείνει σταθερό. Οι συμμετέχοντες προσλάμβαναν 1200-1500 θερμίδες την ημέρα. Οι Phelan et. al μελέτησαν χαμηλής συμπεριφορικής έντασης παρέμβαση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης σε παχύσαρκες γυναίκες όχι όμως πριν από την κύηση.
Από τις 1499 γυναίκες που συμμετείχαν τυχαιοποιήθηκαν οι 401 δηλαδή το 26% και μόνο οι 320 δηλαδή το 82% ολοκλήρωσε την εξάμηνη αξιολόγηση. Η παρέμβαση μείωσε την υπερβολική αύξηση του βάρους σε γυναίκες με φυσιολογικό βάρος αλλά όχι σε υπέρβαρες ή παχύσαρκες γυναίκες.
Η απώλεια βάρους σε σύντομο χρονικό διάστημα ήταν ασφαλής και αποτελεσματική και εμφάνισε σημαντικές βελτιώσεις της διαστολικής πίεσης και της ψυχικής τους υγείας. Η απώλεια βάρους σε αυτήν την παρέμβαση κυμαινόταν από 6 έως 14 kg και βελτιώθηκε η ευαισθησία της ινσουλίνης. Οι τρεις από τις έξι γυναίκες που συμμετείχαν (50%) έμειναν έγκυες μέσα σε έξι μήνες μετά το τέλος της παρέμβασης, δύο συνέλαβαν μετά από ένα κύκλο με κλομινοφαίνη και μία συνέλαβε χωρίς πρόκληση ωοθηλακιορρηξίας.
Ενώ καμία από αυτές που δεν συμμετείχαν δεν συνέλαβαν παρά τους τρεις κύκλους κλομινοφαίνης που δοκίμασαν. Η απώλεια βάρους κατά 15% σε ένα σύντομο διάστημα 16 εβδομάδων σε γυναίκες με BMI 35 έως 45 kg/m2 είναι πιο αποτελεσματική σε σχέση με αυτές που δε χάνουν βάρος.
Μια άλλη μελέτη που πραγματοποιήθηκε στην Αυστραλία έδειξε ότι μισές που συμμετείχαν δεν ανέφερα γονιμοποίηση παρά την σημαντική απώλεια βάρους που είχαν. Ωστόσο τέσσερις από τις 10 γυναίκες που συμμετείχαν στην μελέτη μετά από δύο μόλις εβδομάδες είχαν απώλεια βάρους μόνο 6% σε σχέση με αυτήν την μελέτη που το ποσοστό ήταν 13%.
Ο συγγραφέας αναφέρει ότι τα αποτελέσματα της αγωγής κατά την εξωσωματική γονιμοποίηση δεν αξιολογήθηκαν πλήρως καθώς η μελέτη περιλάμβανε μικρό δείγμα και χαμηλό ποσοστό απώλειας βάρους.
Οι δοκιμές αυτές παρέμβασης σε πληθυσμό που βρίσκεται σε κίνδυνο έδειξαν πρόληψη και έλεγχο του σακχαρώδη διαβήτη και των καρδιαγγειακών παραγόντων ενώ η απώλεια βάρους σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 βελτιώνει μακροχρόνια το μεταβολισμό της γλυκόζης. Οι Nackers et. al έδειξαν ότι γυναίκες με μέτρια ως σοβαρή παχυσαρκία που έχασαν γρήγορα βάρος σε σχέση με μέτρια ή αργή απώλεια δεν ξαναπήραν το βάρος ενώ ήταν και πιο δραστήριες.
Στηριζόμενοι στα υποσχόμενα αποτελέσματα αυτής της μελέτης πιστεύουμε ότι η παρέμβαση αυτή θα γίνει δεκτή σε γυναίκες με προβλήματα υπογονιμότητας, ιδιαίτερα όταν αυξάνεται ο κίνδυνος επιπλοκών στην κύηση καθώς μπορεί να συμβάλλει και στην βελτίωση των αρνητικών επιγενετικών επιδράσεων στους απογόνους των παχύσαρκων γυναικών.